Δε συνηθίζω να γράφω κριτικές για ταινίες, προτιμάω να αφήνω τα ειδικά στους ειδικούς. Αυτή άλλωστε δεν είναι μια ανάρτηση για μια ταινία, αλλά ένα κείμενο με αφορμή την ταινία “Μήλα” του Χρήστου Νίκου, ένα έργο που αγγίζει το θέμα της μνήμης, της ηθελημένης ή μη αμνησίας, και το πώς και αν μπορείς να ξεκινήσεις πραγματικά από την αρχή. Αν δεν έχεις δει την ταινία, και σκοπεύεις, αυτό το κείμενο έχει spoilers, οπότε proceed at your own risk.
Αυτό είναι ένα κείμενο περί λήθης, και για όλα εκείνα που θα θέλαμε να αφήσουμε πίσω.
Άκουσε το πατώντας το play!
Βρισκόμαστε στην Αθήνα κάπου στη δεκαετία του ’90. Μια ξαφνική πανδημία έχει ξεσπάσει όπου οι άνθρωποι χάνουν ξαφνικά τη μνήμη τους. Δε θυμούνται τίποτα, παρά μόνο τα βασικά: πώς να περπατάνε, να μιλάνε, να τρώνε. Ένα απλό μήλο τους είναι άγνωστο φρούτο, και δεν ξέρουν καν αν τους αρέσει.
Ο ήρωας μας, ο πρωταγωνιστής, πέφτει και εκείνος θύμα της πανδημίας. Μόνο που εκείνος ξέρει πως τα μήλα του αρέσουν, και τα καταναλώνει εμμονικά σε όλη τη διάρκεια του έργου, μέχρι τη μέρα που ο αθώος μανάβης του λέει πως τα μήλα βοηθάνε τη μνήμη. Τότε παρατάει τη σακούλα του και επιστρέφει στο διαμέρισμα που του έχει παραχωρήσει προσωρινά το νοσοκομείο στο πλαίσιο του πειράματος “Νέα Ταυτότητα”, με μια τσάντα πορτοκάλια.
Γιατί ο ήρωας μας δεν έχει αμνησία. Σε αντίθεση με όλα τα υπόλοιπα θύματα της πανδημίας, εκείνος θέλει να ξεχάσει, και σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να ξεφύγει από το παρελθόν του, προσποιείται πως έχει χάσει και εκείνος τη μνήμη του. Σταδιακά, ανακαλύπτει ξανά τη ζωή, ή έτσι υποκρίνεται τουλάχιστον. Κάνει ποδήλατο, βλέπει θρίλερ, βουτάει σε μια πισίνα. Γνωρίζει μια άλλη ασθενή, μια κοπέλα που πραγματικά έχει χάσει τη μνήμη της, και που για εκείνη όλο αυτό είναι ένα παιχνίδι. Αν δε μπορείς να θυμηθείς ποιος είσαι, μπορείς να είσαι όποιος θέλεις, έτσι δεν είναι;
Στο τέλος, ο ήρωας παρατάει την προσπάθεια, και επιστρέφει στο σπίτι του. Κάθεται στη φωτεινή κουζίνα του, παίρνει ένα μήλο από το γεμάτο μπωλ και το τρώει σκεφτικός. Τι κάνει από εκεί και πέρα; Όταν αποδέχεσαι την αλήθεια, πώς προχωράς παρακάτω;
Αυτή η ταινία, με το πολύ ιδιαίτερο παλιομοδίτικο αλλά και κάπως post-apocalyptic στυλ της, με έβαλε σε σκέψεις. Άραγε, όταν σου συμβεί κάτι πολύ δραματικό, είναι πιο εύκολο να κάνεις πως δε συνέβη ποτέ; Να αλλάξεις ζωή, να υποκριθείς πως είσαι κάποιος άλλος; Ή να βασανίζεσαι μέρα-νύχτα με τους δαίμονες σου, αφήνοντας τους να κερδίζουν συνέχεια τη μάχη; Πιο ευτυχισμένος είναι εκείνος που δε μπορεί να θυμηθεί, ή αυτός που δε μπορεί να ξεχάσει;
Η ζωή είναι ένα ταξίδι. Οι αναμνήσεις, οι εμπειρίες μας, είναι ο χάρτης με τα μέρη που έχουμε διανύσει. Τα θέλω, τα όνειρα, οι στόχοι και οι προσδοκίες μας είναι το κομμάτι του χάρτη που μας δείχνει προς τα πού να κατευθυνθούμε. Πρέπει να ξέρουμε πού πηγαίνουμε για να ταξιδέψουμε προς τα εκεί. Πρέπει να ξέρουμε από πού ξεκινάμε για να σχεδιάσουμε τη διαδρομή σωστά. Και πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αφήσουμε το μέρος όπου είμαστε για να πάμε κάπου αλλού, ίσως καλύτερα.
Όσο προσπαθείς να ξεφύγεις, ή να αγνοήσεις, αυτό που δε θέλεις να αντιμετωπίσεις, αυτό το κάτι γιγαντώνεται, βγάζει δεύτερα και τρίτα κεφάλια, και το σίγουρο είναι πως κάποια στιγμή θα σε κατασπαράξει, όταν θα έχεις χαμηλώσει τις άμυνες σου γιατί θα έχεις πιστέψει πως έχει πλέον εξαφανιστεί. Ο μόνος τρόπος να αφήσεις πίσω σου το παρελθόν είναι να αντικρύσεις τους δαίμονες που κρύβει, να παλέψεις με όλα αυτά που σε τρομάζουν, και να αποδεχτείς αυτό που είναι. Να αποδεχτείς ό,τι συνέβη, να το βιώσεις, και να προχωρήσεις παρακάτω, χωρίς τύψεις γι’αυτό. Κανένας άνθρωπος που σε νοιάζεται δε θα ήθελε να σε βλέπει κολλημένο σε μια λούπα, σαν κασέτα που κόλλησε. Όποιος σε αγαπάει, θα ήθελε να σε δει να προοδεύεις, και να διαφυλάσσεις μέσα σου το καλύτερο από εκείνον, ακόμα κι αν εκείνος δεν είναι εκεί για να το μοιραστεί μαζί σου.
Κάπως έτσι σκέφτηκε μάλλον κι ο ήρωας μας. Γιατί αν μη τι άλλο, αποκρύπτοντας την αλήθεια, καταδίκαζε σε θάνατο δυο φορές τη γυναίκα του. Μία στον φυσικό, και μία στο συναισθηματικό, από δικό του εγωισμό κι αδυναμία.
Σοφός, δυνατός, είναι εκείνος ο άνθρωπος που καταφέρνει να πορεύεται κάθε μέρα χέρι-χέρι με το παρελθόν του, σε μια παράλληλη πορεία, αποδεχόμενος αυτό που υπήρξε, μα μην ξεχνώντας κι αυτό που μπορεί να υπάρξει. Γιατί αν υπάρχει κάτι που δε θα μάθουμε ποτέ αν δεν το ζήσουμε, αυτό είναι το μέλλον μας…
Δες περισσότερες πληροφορίες για την ταινία, εδώ.
Αν βρήκες χρήσιμο αυτό το κείμενο, και θέλεις να υποστηρίξεις και εσύ αυτή τη σελίδα, κέρασε με έναν καφέ!
Pin this
2 comments
Δεν πρέπει να ξεχνάμε, πρέπει να μαθαίνουμε και να αφήνουμε πίσω ότι δεν μας ωφελεί, όχι από εγωισμό αλλά από αγάπη. Απέναντι σε εμάς και στους ανθρώπους που πραγματικά μας αγαπάνε.
Πρώτα από όλα απέναντι στον εαυτό μας, γιατί στερούμε τη χαρά του αύριο όσο μένουμε προσκολλημένοι στη δυστυχία του χτες…