Και τι θα έχει απομείνει άραγε όταν όλα θα έχουν τελειώσει;
Μερικά ξεραμένα δέντρα κι αποκαϊδια θάμνων να θυμίζουν αυτό που κάποτε υπήρξε.
Αρκούν οι αναμνήσεις για να κρατήσουν ζωντανό αυτό το κάποτε
Ή όταν σβήσουν κι αυτές θα έχουν όλα ξεχαστεί;
Τι αφήνεις πίσω σου αν καταστρέψεις τα πάντα;
Και γιατί να καταστρέψεις τα πάντα, τι όφελος έχεις άραγε
Και πώς θα κοιμάσαι το βράδυ, με τι συνείδηση, και πόση οργή να βαραίνει την πλάτη σου;
Εκείνοι που έμειναν να κοιτάνε, να βλέπουν την καταστροφή, ανήμποροι να αντιδράσουν
Εκείνοι που πρέπει να ξεκινήσουν από την αρχή, με τι άραγε; Με ό,τι πρόλαβαν να αρπάξουν
Ή με ό,τι θα ήλπιζαν να ήταν;
Εκείνοι τι θα κάνουν;
Πώς σηκώνεσαι από τις στάχτες, πώς παίρνεις το φτυάρι, πώς αρχίζεις να σκάβεις ξανά τη γη ελπίζοντας ότι αυτό που θα χτίσεις θα κρατήσει περισσότερο από αυτό που έχασες;
Κι όμως το κάνεις
Γιατί ο άνθρωπος πηγαίνει πάντα παρακάτω
Και η ζωή συνεχίζεται
Μια νέα μέρα ξημερώνει, μπλε και λαμπερή, δίχως ίχνος στάχτης στον αέρα
Κι αναπνέεις και για μια στιγμή ξεχνάς
Και μετά ντρέπεσαι που ξέχασες.
Στο κουτί της Πανδώρας ξέμεινε η ελπίδα
Μα η ελπίδα δεν είναι αρκετή, δε μπορεί να κάνει τίποτα από μόνη της
Αν εσύ, εγώ, εμείς, δεν το πάρουμε απόφαση και δεν πάμε κόντρα σε όλους εκείνους που καταστρέφουν
Και όπου γκρεμίζουν, εμείς να χτίζουμε
Να ανοίγουμε μια μικρή τρύπα στη γη και να φυτεύουμε την ελπίδα
Εδώ, εκεί, λίγο πιο πέρα
Για εκείνους που είναι απασχολημένοι να φτιάχνουν τη ζωή της από την αρχή
Για εκείνους θα το κάνουμε
Και για εμάς
Γιατί αρκεί να θέλει ένας
Αρκεί λίγο χώμα, λίγο νερό, κι ο ήλιος
Και η ζωή ξαναχτίζεται.